Αυξάνεται η ζήτηση, παραμένει υψηλή από τους ξένους

Νέα δεδομένα δημιουργούνται στην αγορά κατοικίας από την άνοδο της ζήτησης κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, όχι μόνο λόγω των ξένων αγοραστών/επενδυτών, αλλά και λόγω της βελτίωσης της ψυχολογίας και μεταξύ του ελληνικού αγοραστικού κοινού. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την πρόσφατη έρευνα του ΙΟΒΕ «Οι αναπτυξιακές προοπτικές των κατασκευών στην Ελλάδα»,

κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2018, το 0,8% του πληθυσμού της χώρας εκδήλωσε τη θετική του πρόθεση για αγορά κατοικίας το επόμενο διάστημα, ήτοι περίπου 86.500 άνθρωποι (με βάση τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής). Μάλιστα, πρόκειται για αύξηση της τάξεως του 165% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, δείγμα της ενίσχυσης των προσδοκιών μεταξύ των νοικοκυριών.

Αν στο παραπάνω μέγεθος προστεθεί και το ενδιαφέρον από το εξωτερικό, που μέχρι στιγμής καταλαμβάνει μερίδιο της τάξεως του 30% επί του συνολικού όγκου των αγοραπωλησιών στην αγορά κατοικίας, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η εύλογη ζήτηση στην εγχώρια κτηματαγορά ξεπερνάει πλέον τις 100.000 πράξεις. Ασφαλώς, δεν πρόκειται όλοι αυτοί οι άνθρωποι να προχωρήσουν σε αγορές κατοικιών. Αλλωστε, ακόμα και στο ζενίθ της αγοράς, το 2008, όταν ο ετήσιος όγκος των συναλλαγών είχε ανέλθει σε 158.000 ακίνητα, η εκδήλωση πρόθεσης αγοράς ακινήτου είχε διαμορφωθεί σε 3,3% του πληθυσμού, δηλαδή σε περίπου 357.000 άτομα.

Αυτός είναι κι ένας από τους βασικούς λόγους που οι τιμές κινούνται ανοδικά, καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το φετινό δεύτερο τρίμηνο οι αξίες αυξήθηκαν κατά 11% στην Αθήνα και 7,7% πανελλαδικά. Στην πράξη, οι ζητούμενες τιμές πώλησης είναι ακόμα υψηλότερες. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία τρίτου τριμήνου του δείκτη τιμών κατοικιών του δικτύου ηλεκτρονικών αγγελιών ακινήτων Spitogatos (www.spitogatos.gr), στο κέντρο της Αθήνας, όπου «συνωστίζονται» αρκετοί ενδιαφερόμενοι αγοραστές, ιδίως εκείνοι του εξωτερικού, οι ζητούμενες τιμές καταγράφουν ετήσια αύξηση της τάξεως του 25,3%. Η μέση τιμή διαμορφώνεται σε 1.522 ευρώ/τ.μ. Ακόμα υψηλότερη άνοδος της τάξεως του 28,3% σημειώνεται και στη Θεσσαλονίκη κατά το αντίστοιχο διάστημα, με τη μέση ζητούμενη τιμή πώλησης να διαμορφώνεται πλέον άνω των 1.300 ευρώ/τ.μ., από 1.020 ευρώ/τ.μ. πριν από ένα χρόνο.

Σύμφωνα με σχετική έρευνα για την αγορά κατοικίας από την Arbitrage Real Estate, καθοριστικός παράγων για την ταχύτερη ανάκαμψη της αγοράς θα αποτελέσει η ανάκαμψη της στεγαστικής πίστης. Σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Ορφανό, εταίρο της Arbitrage Real Estate, «η αγορά νέων στεγαστικών δανείων έχει διαμορφωθεί κοντά στα 500 εκατ. ευρώ ανά έτος την περίοδο 2016-2018, όταν στο παρελθόν ήταν πολλαπλάσια. H αγορά ενυπόθηκων δανείων παραμένει αδύναμη, αν και υπάρχουν πρώτα σημάδια εκλεκτικής αύξησης της δραστηριότητας. Οι περισσότερες συναλλαγές γίνονται με μετρητά, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό των αγοραστών είναι ξένοι», αναφέρει. Ειδικότερα, σε δείγμα συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του 2018 σε ολόκληρη την Ελλάδα, πάνω από το περίπου 80% των αγοραπωλησιών οικιστικών ακινήτων πραγματοποιήθηκε με μετρητά. Το 2019, το ποσοστό αυτό αναμένεται να βελτιωθεί ελαφρώς. 

Σε ποιες περιοχές υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον

Οσον αφορά τις εστίες ανάπτυξης της αγοράς κατοικίας, η ανάλυση της Arbitrage καταδεικνύει κατ’ αρχάς τις περιοχές του κέντρου της Αθήνας, όπου υπάρχει τουριστική ζήτηση και ανάπτυξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Ειδικότερα, η εκτίναξη της απήχησης των βραχυχρόνιων μισθώσεων, ιδιαίτερα για λόγους τουριστικής φιλοξενίας, αναμένεται να διατηρηθεί ως κλάδος επιχειρηματικότητας στο αμέσως προσεχές διάστημα. «Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπουμε ότι θα συνεχιστούν οι στοχευμένες επενδύσεις ανακαίνισης σε ακίνητα περιοχών που έχουν σχετική ζήτηση, αν και με μειούμενο πιθανώς ρυθμό. Επίσης, αναμένεται να συνεχιστεί η επίδραση των βραχυχρόνιων μισθώσεων στη διαμόρφωση των μισθωτηρίων στις περιοχές αυτές. Αυξημένο προβλέπεται να παραμείνει στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη το ενδιαφέρον για αγορά παλαιών διαμερισμάτων μικρότερου εμβαδού μικρής ή μεσαίας αξίας, αλλά και ολοκλήρων σχετικών κτιρίων, με σκοπό την ανακαίνισή τους για λόγους εμπορικής εκμετάλλευσης, ή μεταπώλησής τους», σημειώνεται στην έρευνα.

Ωστόσο, ακόμη ένας παράγοντας ανάπτυξης της κτηματαγοράς, ιδίως από τη στιγμή που πλέον η οικονομία έχει εξέλθει από τη βαθιά ύφεση των προηγούμενων ετών, αναμένεται να αποτελέσει η επέκταση του μετρό μέσω της νέας γραμμής 4. Η πρώτη φάση του εν λόγω έργου, προϋπολογισμού 1,8 δισ. ευρώ, είναι μήκους 12,8 χιλιομέτρων, περιλαμβάνει 15 υπόγειους σταθμούς και θα συνδέσει το Αλσος Βεΐκου με την περιοχή Γουδί. Οι σταθμοί έχουν χωροθετηθεί στις εξής περιοχές: Αλσος Βεΐκου, Γαλάτσι, Ελικώνος, Κυψέλη, Δικαστήρια, Αλεξάνδρας, Εξάρχεια, Ακαδημία, Κολωνάκι, Ευαγγελισμός, Καισαριανή, Πανεπιστημιούπολη, Ιλίσια, Ζωγράφου και Γουδί. Αντιστοίχως, σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της αγοράς θα διαδραματίσει η ζήτηση από ξένους αγοραστές σε τουριστικές περιοχές εκτός Αθηνών και Θεσσαλονίκης, όπως η Κρήτη, η Χαλκιδική, τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, κυρίως για παραθαλάσσια οικιστικά ακίνητα μικρού ή μεσαίου μεγέθους. Η αύξηση της ζήτησης από ξένους κυρίως επισκέπτες που αναζητούν πολυτελείς και επώνυμες κατοικίες με υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, τόσο σε τουριστικές περιοχές όσο και σε αστικά κέντρα, αναμένεται να δημιουργήσει κινητικότητα στην αγορά οικιστικών ακινήτων με τις παραπάνω προδιαγραφές. Παράλληλα, όπως σημειώνεται, οι νεοφυείς επιχειρήσεις στον τομέα της παροχής υπηρεσιών, διαδικτυακής προώθησης και διαχείρισης πλήρως εξοπλισμένων οικιστικών ακίνητων σε δημοφιλείς περιοχές για μεσοπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη διαμονή αναμένεται να συμβάλουν σε πιο ανταγωνιστική αγορά, στην ενίσχυση της εμπειρίας και στη διαμόρφωση κατοικιών υψηλού επιπέδου και εγγυημένης ποιότητας.

Πηγή: Η Καθημερινή