Του Γλαύκου Κωνσταντινίδη*

Οι διατηρητέες, αλλά και άλλες παλιές σε ηλικία, οικοδομές είναι παραμελημένες και είναι θέμα χρόνου πότε θα καταρρεύσουν όπως αυτές που είδαμε πρόσφατα στην Παλιά Λευκωσία. Η κατάρρευση τέτοιων οικοδομών δεν είναι μόνο απώλεια

οικοδομικού αποθέματος αλλά απώλεια πολιτιστικού πλούτου εφόσον οι διατηρητέες οικοδομές είναι μέρος του πολιτισμού μας και είναι γι’ αυτό που κηρύσσονται διατηρητέες. Όταν καταρρέουν διατηρητέες οικοδομές σημαίνει ότι κάτι πολύ σοβαρό πάει λάθος. Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να γίνονται τεχνικοί έλεγχοι και ότι το νομικό πλαίσιο θα πρέπει να ενισχυθεί. Και τα δυο αυτά είναι απαραίτητα αλλά όχι αρκετά. Τι πάει λάθος; Ποιο είναι το ουσιαστικό πρόβλημα; Πρώτον, ο πολιτιστικός πλούτος που αντιπροσωπεύουν οι διατηρητέες οικοδομές είναι «εγκλωβισμένος» σε ιδιωτικές περιουσίες. Δεύτερον, οι περισσότερες και πιο ευάλωτες διατηρητέες οικοδομές είναι στα κέντρα των πόλεων σε περιοχές με μειωμένη γενικά οικονομική δραστηριότητα και ζήτηση για κατοίκηση. Το πρόβλημα των διατηρητέων είναι κυρίως οικονομικό. Οι τεχνικές/αρχιτεκτονικές προσεγγίσεις που ασχολούνται με την ιστορία και την αρχιτεκτονική ουσία του θέματος δεν υποστηρίζονται από την ανάλογη οικονομική πολιτική. Λίγη μόνο προσοχή στα οικονομικά και θα βρεθούν οι λύσεις. Στην Κύπρο θεωρούμε τα διατηρητέα περισσότερο σαν ιδιωτικές περιουσίες και αναμένουμε τους ιδιοκτήτες να πληρώσουν το κόστος. Η πολιτική αυτή είναι αδιέξοδη. Είναι μια ενδιάμεση προσέγγιση με στοιχεία τόσο της αγοράς όσο και της κρατικής φροντίδας. Όμως, ούτε η αγορά δουλεύει για στήριξη των διατηρητέων ούτε και η φροντίδα της κοινωνίας είναι ικανοποιητική. Το κράτος, η κοινωνία, διαθέτει μέσω του κρατικού προϋπολογισμού περίπου 4,0 εκατ. ευρώ τον χρόνο που αρκούν μόνο για περίπου 12 διατηρητέες κατοικίες! Τα κέντρα των πόλεων είναι σε μεγάλο βαθμό απομονωμένα από την ευρύτερη οικονομία των επενδύσεων και της κατανάλωσης. Επομένως ούτε και η αγορά ως μέρος της «ενδιάμεσης» πολιτικής για τα διατηρητέα δουλεύει αποτελεσματικά. Αν τα πράγματα παραμείνουν όπως έχουν σήμερα είναι θέμα χρόνου πότε τα διατηρητέα, αλλά και άλλα παλιά κτίρια «συνοδείας», θα συνεχίσουν να πέφτουν το ένα μετά το άλλο. Χρειάζονται ομολόγου αρκετά χρήματα. Για παράδειγμα, για 200 αξιόλογες διατηρητέες οικοδομές στην Παλιά Λευκωσία, με μέσο μέγεθος περίπου 250 τετραγωνικά μέτρα, το συνολικό κόστος συντήρησης είναι περίπου 60 εκατ. ευρώ ή 12 εκατ. τον χρόνο για ένα πρόγραμμα πενταετίας, δηλαδή 6 εκατ. το κράτος και 6 εκατ. οι ιδιοκτήτες. Αυτό σημαίνει ότι ο κάθε ιδιοκτήτης διατηρητέας οικοδομής θα χρειαστεί να χρηματοδοτήσει κόστος περίπου 150.000 ευρώ, που δεν θα είναι εύκολο να γίνει, ιδιαίτερα στο σημερινό περιβάλλον της Παλιάς Λευκωσίας. Από πού λοιπόν θα βρεθούν τόσα χρήματα; Η διάθεση των χρημάτων είναι θέμα προτεραιότητας που η κοινωνία δείχνει για τα διάφορα έργα. Η υποτονική εκτίμηση και χαμηλή προτεραιότητα που η κοινωνία μας επιδεικνύει για τον πολιτισμό και τα διατηρητέα είναι μέρος του προβλήματος. Όταν κηρύσσονται όμως διατηρητέα πρέπει η πολιτική απόφαση να είναι ολοκληρωμένη με τις ανάλογες οικονομικές διευθετήσεις και πρόνοιες. Ασφαλώς και πρέπει άμεσα να εκσυγχρονιστεί η νομοθεσία και να ενισχυθούν οι διαδικασίες των τεχνικών επιτηρήσεων και ελέγχων. Αυτά είναι αυτονόητα άμεσα μέτρα. Οι λύσεις είναι στα οικονομικά. Θα πρέπει να εμπλακεί τόσο το κράτος όσο και η αγορά. Πρώτον, το κράτος να διαθέσει πολύ περισσότερα χρήματα για το κόστος συντήρησης των διατηρητέων, εφόσον είναι «δημόσιο αγαθό» με πολλαπλά κοινωνικά και οικονομικά οφέλη, με περικοπές σε άλλα έργα (π.χ. οδικά) με πολύ μικρότερο κοινωνικό όφελος. Δεύτερον, οι δημοτικές αρχές, οι δήμοι των μεγάλων πόλεων, να αναλάβουν πρωτοβουλίες σχεδιασμού και εφαρμογής προγράμματος αναζωογόνησης των ιστορικών κέντρων με στρατηγικής φύσεως επεμβάσεις (υποδομές, προσόψεις, διακίνηση και άλλα) εφαρμόζοντας προτεραιότητες και στόχους που χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά κονδύλια για επανένταξη των ιστορικών κέντρων στην οικονομία, ενεργοποίηση της αγοράς και της ζήτησης έτσι ώστε η κινητήρια δύναμη για τις ιδιωτικές επενδύσεις συντήρησης των διατηρητέων οικοδομών να είναι η ίδια η αγορά.

Η αγορά θα μπορεί επίσης, σε δεύτερο χρόνο και σταδιακά, να είναι η κινητήρια δύναμη και προς την κατεύθυνση των αναγκαίων δημόσιων επενδύσεων. Πώς; Το Πολεοδομικό Σχέδιο του Κέντρου της Λευκωσίας περιλαμβάνει πρόνοια για πώληση συντελεστή δόμησης για αναπτύξεις πέρα από το όριο που καθορίζει η σχετική πολεοδομική ζώνη με σκοπό την προικοδότηση του «Ταμείου Υποδομών και Αναζωογόνησης» και χρηματοδότηση στρατηγικής φύσεως υποδομών και διατηρητέων. Για να προικοδοτηθεί με επάρκεια το ταμείο θα πρέπει να διακοπεί η ακατανόητη πρακτική χορήγησης δωρεάν συντελεστή δόμησης μέσα από άστοχα κίνητρα που ουσιαστικά παραχωρούν δημόσιο πλούτο σε ιδιώτες αντί να μεσολαβούν πληρωμές για τον πρόσθετο συντελεστή δόμησης για ανακύκλωση των πόρων που η ίδια η ανάπτυξη δημιουργεί για προστασία, συντήρηση και διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Δεν υπάρχουν άλλες λύσεις. Αν δεν γίνουν αυτά οι διατηρητέες οικοδομές θα πέφτουν η μια μετά την άλλη.

Μια τέτοια βέβαιη εξέλιξη θα αποτελεί το μέτρο του πολιτισμού μας αλλά και της σοβαρότητας της πολιτικής πάνω στο θέμα να κηρύσσονται διατηρητέες οικοδομές, να εγκλωβίζονται, να αδρανούν και όταν αρχίσουν να πέφτουν να μιλάμε για νομοθεσίες και τεχνικούς ελέγχους.

*Οικονομολόγος και Πολεοδόμος