Του Γιώργου Στροβολίδη*

Έχουν περάσει πέντε και πλέον χρόνια από την οικονομική καταστροφή του 2013.  Τελευταία παρατηρείται μια αργή αλλά σταθερή ανάκαμψη στην οικονομία, αλλά εύλογο είναι το ερώτημα: έχουμε πραγματικά διδαχθεί από τα λάθη του παρελθόντος ή κινδυνεύουμε να τα επαναλάβουμε; 

Το άρθρο επικεντρώνεται στον τομέα των ακινήτων, αλλά τα θέματα έχουν μια γενικότερη απήχηση.

Θα αναφερθούμε στα σημαντικότερα σημεία:

•Ο υπερδανεισμός είναι ίσως η μεγαλύτερη πηγή κινδύνου που ανέδειξε η τελευταία παγκόσμια οικονομική κρίση. Το πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια παραμένει μια μάστιγα του τραπεζικού συστήματος στην Κύπρο. Τουλάχιστο, όμως, για νέες χρηματοδοτήσεις αμφότεροι οι τράπεζες και οι δανειολήπτες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τόσο τη δυνατότητα αποπληρωμής του δανείου, όσο και το δανεισμό εν σχέσει με την καθαρή περιουσία του δανειολήπτη. Όταν το δάνειο αποδίδει, δηλαδή από εισόδημα όπως ενοίκια, καλώς, τί γίνεται όμως όταν αυτά είναι καθαρά καταναλωτικής φύσης; Στο εξωτερικό, κάποιοι πιστεύουν ότι τέτοια δάνεια πρέπει να αποφεύγονται.  Αυτό στην περίπτωση της Κύπρου φαίνεται ανέφικτο προς το παρόν, τουλάχιστο όμως τέτοια δάνεια πρέπει να περιορίζονται. Οι πρόσφατες δανειοδοτήσεις για την αγορά αυτοκινήτου ίσως να πρέπει να είχαν προβληματίσει.   

•Η αντίληψη ότι οι τιμές των ακινήτων μπορεί να συνεχίσουν να αυξάνονται στο διηνεκές, έχει αποδειχθεί πόσο λανθασμένη είναι, όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και στο εξωτερικό, Η ιστορία με την Ολλανδέζική τουλίπα έχει μείνει στην ιστορία ως κλασσική απόδειξη.  Και όμως κάποιες τιμές ακινήτων (η Λεμεσός είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα με μερικά διαμερίσματα) θα έπρεπε να προβληματίσουν, διότι δεν δικαιολογούνται εάν λάβει κάποιος υπόψη την απόδοση που θα μπορούσαν να έχουν τα ακίνητα εάν ενοικιάζονταν. Είναι επίσης λογικό οι τιμές των ακινήτων στην Κύπρο να ξεπερνούν ακόμη και τις τιμές του Λονδίνου ή του Μόντε Κάρλο; Εάν ο χαρακτηρισμός ‘’φούσκας’’ είναι δόκιμος, δεν είμαι σίγουρος, θα έπρεπε όμως να υπάρχει προβληματισμός. Στον αντίποδα υπάρχει η ραγδαία αύξηση στα ενοίκια μικρών διαμερισμάτων στη ευρύτερη Λευκωσία.  Εδώ όμως υπάρχει η εξήγηση ότι η τεράστια ζήτηση που παρατηρείται, τόσο από φοιτητές όσο και από νεαρά ζευγάρια, δύσκολο να καλυφθεί στα επόμενα λίγα χρόνια, αφού η ανέγερση νέων διαμερισμάτων και η ανακαίνιση παλαιών δεν μπορεί να ακολουθήσει τον ίδιο ρυθμό. Επίσης, η ζήτηση αυτή δεν φαίνεται να είναι πρόσκαιρη.    

•Η υπερεξάρτηση από συγκεκριμένες αγορές, όπως είναι η Ρωσική και η Κινεζική, επίσης είναι πηγή κινδύνου. Παλαιότερα ήταν οι Βρεττανοί και οι Ρώσοι και είδαμε πως η οικονομική κρίση στις δύο αυτές χώρες επηρέασε τον τομέα στην Κύπρο. Η εξάρτηση του τομέα των ακινήτων από ξένους αγοραστές, τον καθιστά πιο ευάλωτο, από το να βασίζεται στην ντόπια αγορά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η τα ξένα κεφάλαια δεν είναι ευεργετικά για την Κυπριακή οικονομία.

Πέραν των πιο πάνω υπάρχουν και τα εξής θέματα που πρέπει κάποιος να εξετάσει:

•Τα ψηλά κτήρια, σε όλες πλέον τις πόλεις της Κύπρου, προδίδουν μια δυναμική στον τομέα των ακινήτων, αν και είναι αντιγραφή τέτοιων αναπτύξεων σε πολλές άλλες πόλεις στο εξωτερικό. Υπάρχει όμως και ανάγκη για αναπτύξεις που να μην έρχονται σε αντίθεση με τις οικολογικές αναπτύξεις, και που να σέβονται αμφότερα την Κυπριακή παραδοσιακή αρχιτεκτονική και τις καιρικές συνθήκες.

•Ο παραμερισμός της ανακαίνισης υφιστάμενων κτηρίων κάποιας αρχιτεκτονικής ή άλλης αξίας, είναι ένα άλλο θέμα, αφού πολλά από αυτά παραμένουν ανεκμετάλλευτα και παραμελημένα.

•Η πολυπόθητη ανάπτυξη υπαίθρου, όπως για παράδειγμα της περιοχής Τροόδους,  πρέπει επίσης να γίνει θέμα υψίστης προτεραιότητας, εάν υπάρχει κάποια ελπίδα να καταπολεμηθεί η αστυφιλία.  

•Κάποια έργα υποδομής (ποδηλατόδρομοι, τραμ, κ.ά.) πρέπει να προωθηθούν για να αντιμετωπιστεί το κυκλοφοριακό και να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής στις πόλεις.  Δυστυχώς  το αυτοκίνητο παραμένει σχεδόν αναντικατάστατο, και το κράτος φορολογεί τα καύσιμα με ψηλούς συντελεστές χωρίς να παρέχει την εναλλακτική λύση. Πόσο λείπουν από τη χώρα μας οι έξυπνες οικολογικές πόλεις, κάτι που στο εξωτερικό κερδίζει συνεχώς έδαφος με θετικότατα αποτελέσματα.

•Είναι επίσης σημαντικό, όσο δύσκολο και είναι να υλοποιηθεί, να υπάρξουν αναπτύξεις, τόσο οικιστικές όσο και εμπορικές, που να παρέχουν στο χρήστη τη ευελιξία που είναι απαραίτητη αφού οι ανάγκες του, τόσο οικογενειακά όσο και στον εργασιακό χώρο, αλλάζουν σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Εδώ οι αρχιτέκτονες μπορούν να παίξουν ένα πολύ ουσιαστικό ρόλο. 

Τα πιο πάνω πρέπει να μας προβληματίσουν. Από τη μια να μην επαναπαυθούμε και να προσέξουμε να μην επαναλάβουμε τα τραγικά σφάλματα του παρελθόντος, και από την άλλη με τις ορθές κινήσεις, τα θετικά δεδομένα να αποτελέσουν τις βάσεις για μια μελλοντική σωστή και ποιοτική ανάπτυξη της πατρίδας μας.

Αυτό μπορεί να γίνει με ένα συνδυασμό έργων και πράξεων που θα εφαρμοστούν χωρίς την απαραιτήτως αντιγραφή μοντέλων από το εξωτερικό που δεν έχουν σχέση με το περιβάλλον και την κουλτούρα μας. Η καινοτομία είναι εκείνη που θα μας δώσει το συγκριτικό πλεονέκτημα.

Τότε και μόνο τότε θα καταφέρουμε να δημιουργήσουμε τη δική μας ταυτότητα και θα δώσουμε το δικό μας τοπικό στίγμα τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο. Και φυσικά θα βαδίζουμε με σταθερά βήματα αποφεύγοντας τους σκοπέλους και τα λάθη του παρελθόντος.   

Σημ.: Οι απόψεις που εκφράζονται πιο πάνω είναι προσωπικές και δεν είναι κατ’ ανάγκη ταυτόσημες με εκείνες του ΚΣΙΑ.

*Οικονομολόγου, Επίτιμου Προέδρου του Κυπριακού Συνδέσμου Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΚΣΙΑ)